- διατήρησις
- διατήρησιςpreservationfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διατηρήσει — διατήρησις preservation fem nom/voc/acc dual (attic epic) διατηρήσεϊ , διατήρησις preservation fem dat sg (epic) διατήρησις preservation fem dat sg (attic ionic) διατηρέω watch closely aor subj act 3rd sg (epic) διατηρέω watch closely fut ind mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατηρήσεις — διατήρησις preservation fem nom/voc pl (attic epic) διατήρησις preservation fem nom/acc pl (attic) διατηρέω watch closely aor subj act 2nd sg (epic) διατηρέω watch closely fut ind act 2nd sg διατηρέω watch closely aor subj act 2nd sg (epic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατήρησιν — διατήρησις preservation fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατήρηση — η (AM διατήρησις) [διατηρώ] 1. διαφύλαξη, συντήρηση, διάσωση από τη φθορά 2. διάθρεψη, διατροφή 3. παραμονή στην ίδια κατάσταση χωρίς μεταβολές … Dictionary of Greek
ՊԱՀԵՍՏ — (ի, ից.) NBH 2 0588 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 8c, 10c, 14c գ. ՊԱՀԵՍՏ որ եւ ՊԱՀՈՒՍՏ. διατήρησις, φυλακή conservatio, custodia. եւ բայիւ παρατίθημι appono, commendo. Պահումն. պահելն եւ իլն զգուշութեամբ եւ Իրն պահելի կամ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
διατηρήσεως — διατηρήσεω̆ς , διατήρησις preservation fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατηρήσῃ — διατηρήσηι , διατήρησις preservation fem dat sg (epic) διατηρέω watch closely aor subj mid 2nd sg διατηρέω watch closely aor subj act 3rd sg διατηρέω watch closely fut ind mid 2nd sg διατηρέω watch closely aor subj mid 2nd sg διατηρέω watch… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)